Ποιά στοιχεία μπορούν να βοηθήσουν στην διάγνωση της Διαταραχής Πανικού;
Απάντηση:
Για να διαφοροποιηθεί η διαταραχή πανικού από άλλες σημαντικές ιατρικές καταστάσεις, οι ασθενείς πρέπει να υποβληθούν αρχικά σε λεπτομερείς βιολογικές εξετάσεις (Βιοχημικές εξετάσεις αίματος-μέτρηση θυρεοειδικής λειτουργίας ασβεστίου κ.α.- και γενική φυσική εξέταση). Τα συμπτώματα της συγκεκριμένης διαταραχής, όπως ήδη αναφέραμε, μιμούνται άλλες καταστάσεις, όπως έμφραγμα του μυοκαρδίου, καρδιακές αρρυθμίες, υπερθυρεοειδισμό και συγκεκριμένους τύπους επιληψίας. Αυτές οι εξετάσεις λοιπόν θα βοηθήσουν ώστε να αποκλειστεί η ύπαρξη κάποιας απ' αυτές τις ανωμαλίες.
Επίσης είναι σημαντικό να ερευνήσουμε τα συναισθηματικά συστατικά στοιχεία των συμπτωμάτων του ασθενή. Οι ασθενείς μπορεί να επικεντρώνονται αποκλειστικά σε ένα ή δύο συμπτώματα καθώς περιγράφουν τις κρίσεις στον ειδικό, δίνοντας έμφαση μόνο στις σωματικές αισθήσεις και όχι στους φόβους που βιώνουν. Ζητώντας από τους ασθενείς να περιγράψουν τα συναισθήματά τους σχετικά με τις κρίσεις, ο ειδικός ίσως μπορέσει να αναγνωρίσει πιο γρήγορα τη διαταραχή πανικού. Επίσης θα μπορέσει έτσι να εντοπίσει ευκολότερα την παρουσία κατάθλιψης ή άλλων καταστάσεων που συνυπάρχουν και οπωσδήποτε θα πρέπει να ληφθούν υπόψη στο σχεδιασμό της όποιας θεραπείας.
Σίγουρα είναι χρήσιμο να διερευνηθούν τα περιβαλλοντικά γεγονότα που προκαλούν κρίσεις πανικού σε κάποιους ανθρώπους. Για παράδειγμα, σε ευαίσθητα άτομα, οι κρίσεις μπορεί να συμβούν κατά τη διάρκεια ή μέσα σε έξι μήνες από τέτοια στεσογόνα γεγονότα ζωής όπως ο θάνατος αγαπημένου προσώπου, διαζύγιο, γεωγραφική μετακόμιση, γέννηση παιδιού, ή εγχείρηση. Οι κρίσεις πανικού μπορεί επίσης να προκληθούν από μεγάλες δόσεις καφεΐνης, από κάποια φάρμακα, καθώς και από ουσίες όπως κοκαΐνη και μαριχουάνα. Εάν κάποιος έχει πρόβλημα κατάχρησης ουσιών, θα πρέπει αυτό να θεραπευτεί πριν τη διαδικασία αντιμετώπισης της διαταραχής πανικού.
More Information